
«Έχουν όλα τα λεφτά του κόσμου, αλλά εμείς έχουμε εσάς»: Το παρασκήνιο πίσω από την πιο επιτυχημένη εκλογική εκστρατεία της αμερικανικής αριστεράς.
Στην αρχή της χρονιάς ο Ζόραν Μαμντάνι ήταν άγνωστος στον μέσο Αμερικάνο, καταγράφοντας στις δημοσκοπήσεις ποσοστό 1% – «ισοπαλία με το “κάποιος άλλος”», όπως του αρέσει να λέει.
Σήμερα το όνομά του κάνει τον γύρο του κόσμου και δίνει μια ανάσα αισιοδοξίας στον αριστερό και προοδευτικό κόσμο που παρακολουθεί τα τελευταία χρόνια την δυτική πολιτική σκήνη να γέρνει ακροδεξιά.
Η εκλογή του την Τρίτη ως 111ου δημάρχου της Νέας Υόρκης οφείλεται εξίσου στην «απίθανη εκστρατεία» που έτρεξε παρασκηνιακά, σχολιάζουν οι New York Times σε αφιέρωμα που επιχειρεί να απαντήσει στο μεγάλο ερώτημα: πώς κατάφερε να τα βάλει με την ελίτ.
Σε ηλικία 34 ετών ο Μαμντάνι θα γίνει ο νεότερος δήμαρχος της πόλης εδώ και περισσότερο από έναν αιώνα, σημειώνοντας μια σειρά από ιστορικές πρωτιές: ο πρώτος μουσουλμάνος δήμαρχος, ο πρώτος με ρίζες από τη νότια Ασία και, κατά πάσα πιθανότητα, ο πιο επιδραστικός Δημοκρατικός σοσιαλιστής της χώρας.
{https://www.youtube.com/watch?v=1jRIi7ZHTZM}
Η παρούσα αφήγηση για το πώς τα κατάφερε βασίζεται σε συνεντεύξεις με κορυφαίους συμβούλους και συμμάχους του Μαντάνι, αλλά και με επικριτές και αντιπάλους του.
Το τελευταίο κεφάλαιο, πάντως, περιγράφεται ως μια πράξη ισορροπίας υψηλού ρίσκου – που σε ορισμένες στιγμές έμοιαζε έτοιμη να καταρρεύσει, καθώς εσωτερικές δυνάμεις συγκρούονταν για το πόσο ψηλά έπρεπε να βάλει στην ατζέντα τον πόλεμο στη Γάζα και την αστυνόμευση, την ώρα που ο Κουόμο περίμενε την όποια «πάσα» για να τον υπονομεύσει.
Ο Μαμντάνι απευθύνθηκε στην εργατική τάξη και υποσχέθηκε να της επιστρέψει την εξουσία, που έχει στερηθεί για δεκαετίες. Την ίδια ώρα, ωστόσο φρόντισε να κάνει κι ορισμένες επαφές – ακόμη και συμμαχίες – με χρήσιμους «αντιπάλους»: από την Κάθι Χόκουλ έως τον Μάικλ Μπλούμπεργκ.
Οι συναντήσεις με τους ηγέτες του κατεστημένου αποδείχθηκαν καθοριστικές. «Δεν νομίζω ότι είχαν τόση σημασία αυτά που είπε, όσο το γεγονός ότι αναγνώρισε πως αυτοί ήταν αρκετά σημαντικοί ώστε να τους αφιερώσει χρόνο», δήλωσε η Κάθριν Σ. Γουάιλντ, επικεφαλής μιας κορυφαίας επιχειρηματικής ομάδας.
Η ελίτ δεν έπαψε προφανώς να έχει επιφυλάξεις, οι οποίες θα μπορούσαν να επηρεάσουν τη θητεία του. Όμως, όπως εξήγησε η Γουάιλντ, «αυτό κατεύνασε την υστερία – έστω και για λίγο».

Πώς γίνεσαι υπολογίσιμη δύναμη στην απόλυτη μητρόπολη
Το πρώτο στοίχημα του Μαμντάνι ήταν να κερδίσει ορατότητα.
Ως απλός βουλευτής ο 34χρονος δεν είχε σχεδόν καμία αναγνωρισιμότητα, ενώ ακόμη και σύντροφοί του πίστευαν ότι οι απόψεις του για τη μετανάστευση και τη γενοκτονία στη Γάζα έβαζαν αυτόματα ένα «ταβάνι» στην στήριξη που θα μπορούσε να συγκεντρώσει.
Το πώς αυτή η φαινομενικά καταδικασμένη υποψηφιότητα απέκτησε δυναμική έχει ήδη αναλυθεί επαρκώς από πολιτικούς παρατηρητές στη Νέα Υόρκη και στην Ουάσιγκτον.
Ο Μαμντάνι έφερε στο προσκήνιο την στεγαστική κρίση και το βραχνά του αυξανόμενου κόστου διαβίωσης, όταν οι αντίπαλοί του εστίαζαν αλλού, ενώ κατάφερε να κερδίσει προβάδισμα με viral βίντεο στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Την ίδια ώρα αφουγκράστηκε την ανάγκη των Δημοκρατικών για μια ηγεσία «νέας γενιάς».
Ωστόσο, όπως το έβλεπαν ο ίδιος και οι σύμβουλοί του – κανείς τους δεν είχε διευθύνει ποτέ εκστρατεία τέτοιας κλίμακας – τίποτα από αυτά δεν θα λειτουργούσε αν περίμεναν τους παραδοσιακούς «θεματοφύλακες» να στηρίξουν: τα ΜΜΕ, στους θεσμούς και την εκλεγμένη εξουσία.
«Ξέχνα τη Νέα Υόρκη που φαντάζονται οι σύμβουλοι επικονωνίας. Φτιάξε μια εκστρατεία για την πραγματική Νέα Υόρκη».
Ο Δημοκρατικός Τζόναθαν Ρόζε – που είχε συμβάλει στην εκλογική νίκη του ντε Μπλάζιο το 2013 – συνέκρινε τη στρατηγική του Μαμντάνι με εκείνη δύο άλλων Νεοϋορκέζων, του Ντόναλντ Τραμπ και της Αλεξάντρια Οκάσιο-Κορτέζ, οι οποίοι «πήγαν κατευθείαν στους πολίτες, αγνόησαν τα θεσμικά φίλτρα και έχτισαν άμεση σχέση με τους Νεοϋορκέζους».
«Τα μέσα έχουν σημασία», είπε, «και το ποιος τα κατανοεί πρώτος έχει ακόμη μεγαλύτερη».
Στην εκστρατεία του Μαμντάνι δεν πουλήθηκαν προϊόντα με το λογότυπό του – μια συνηθισμένη πηγή εσόδων για πολλούς υποψηφίους. Αντίθετα οι υποστηρικτές του κλήθηκαν να επενδύσουν χρόνο και όχι χρήμα. Διοργανώθηκαν μια σειρά εκδηλώσεων – έναν κυνήγι θησαυρού σε ολόκληρη την πόλη, ένα τουρνουά ποδοσφαίρου στο Κόνι Άιλαντ – που οι αντίπαλοι χλεύασαν ως «τρικ», αλλά προσέλκυσαν χιλιάδες υποστηρικτές. Πολλοί από αυτούς αργότερα έγιναν μέρος ενός άνευ προηγουμένου στρατού εθελοντών.
Η αντίθεση με τον Κουόμο δεν θα μπορούσε να είναι πιο έντονη. Ο απόγονος μιας πολιτικής δυναστείας, που εκδιώχθηκε έπειτα από σκάνδαλο σεξουαλικής παρενόχλησης, μπήκε στην κούρσα τον Μάρτιο και συμπεριφέρθηκε σαν να εξακολουθούσε να κυβερνά.
Εμφανιζόταν σπάνια δημόσια, εκβίαζε συνδικάτα και Δημοκρατικούς για να δημιουργήσει μια αίσθηση αναπόφευκτης νίκης και στηρίχθηκε σε δωρεές ύψους 25 εκατομμύρια δολαρίων.

Διαχείριση κρίσεων και κατασκευή συμμαχιών
Ο Μαμντάνι κατάφερε να διαχειριστεί με αξιοσημείωτη ψυχραιμία την σημαντικότερη κρίση κατά τη διάρκεια της προεκλογικής του εκστρατείας, που δεν ήταν άλλη από την επίθεση ενόπλου σε ουρανοξύστη στην Νέα Υόρκη τον περασμένο Ιούλιο.
Τη μέρα της επίθεσης ο ίδιος έλειπε, ενώ όταν επέστρεψε βρήκε τον Κουόμο να έχει εμφανιστεί σε όλα τα κανάλια, κατηγορώντας τον αντίπαλό του – που είχε ζητήσει στο παρελθόν να μειωθούν τα κονδύλια που δίνονται στην αστυνομία.
Επικοινωνιακά επρόκειτο για καταστροφή.
O αστυνομικός όμως που σκοτώθηκε ήταν Μπαγκλαντεσιανός και, όπως ο Μαμντάνι, μουσουλμάνος. Η οικογένεια προσκάλεσε τον υποψήφιο στο σπίτι τους, κι εκείνος πήγε κατευθείαν από το αεροδρόμιο Κένεντι. Μιλώντας στους δημοσιογράφους, ο Μαμντάνι παραδέχτηκε ότι οι απόψεις του για τη μετανάστευση έχουν «εξελιχθεί» από την εποχή που χαρακτήριζε το σώμα «ρατσιστικό», ζητώντας περικοπές στη χρηματοδότησή του. Και κάπως έτσι το κλίμα αντιστράφηκε.
{https://www.youtube.com/watch?v=tQ_ehK_mcxU}
Ο χαρισματικός σοσιαλιστής ήξερε ωστόσο πως έχει ένα τελευταίο πρόβλημα: Κανένας δήμαρχος δεν είχε ηγηθεί της Νέας Υόρκης χωρίς τουλάχιστον κάποια σιωπηρή υποστήριξη από την επιχειρηματική ελίτ τα τελευταία 50 χρόνια.
Η επιθετική του στάση απέναντί τους είχε λειτουργήσει στις προκριματικές, ωστόσο το φθινόπωρο οι σύμβουλοί του ανησυχούσαν πλέον πως οι ολιγάρχες θα μπορούσαν να προωθήσουν τον Άνταμς όσο και τον Κέρτις Σλίβα.
Ο Μαμντάνι ανέλαβε δράση: Πήρε μια λίστα με κάθε σημαντικό επιχειρηματικό ηγέτη και ξεκίνησε να τους αναζητά έναν προς έναν, συμπεριλαμβανομένων του Λάρι Φινκ, CEO της BlackRock, και του Χάμιλτον Ε. Τζέιμς, πρώην επικεφαλής της Blackstone.
Ως γιος δυο επιφανών προσωπικοτήτων, ο Μαμντάνι ένιωθε άνετα με τους πλούσιους και τους ισχυρούς. Εξήγησε γιατί οι βασικές του θέσεις δεν θα άλλαζαν, αλλά ταυτόχρονα ζητούσε συμβουλές και έδειχνε περισσότερη ευελιξία από ό,τι υπέθετε η φήμη του.
Στόχος του παραμένει η επέκταση της δωρεάν φροντίδας των παιδιών και η δωρεάν πρόσβαση στα ΜΜΜ – διαμήνυε ο Μάμντανι – αλλά ο ίδιος ήταν ανοιχτός στην ακύρωση μιας προτεινόμενης αύξησης της φορολογίας εάν μπορούσε να βρει άλλη πηγή χρηματοδότησης. «Έθετε περισσότερες ερωτήσεις και άκουγε πιο προσεκτικά απ’ οποιονδήποτε άλλο πολιτικό έχω συναντήσει».

