
Τα μέλη οφείλουν να εφαρμόσουν την οδηγία μέχρι τις 7 Ιουνίου 2026.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση προχωρά σε ένα ακόμη αποφασιστικό βήμα για την εξάλειψη των μισθολογικών ανισοτήτων μεταξύ ανδρών και γυναικών. Το Συμβούλιο της ΕΕ ενέκρινε στις 24 Απριλίου 2023 την οδηγία για τη μισθολογική διαφάνεια, η οποία φιλοδοξεί να ενισχύσει την αρχή της ίσης αμοιβής για ίση εργασία σε ολόκληρη την Ευρώπη. Η οδηγία πρέπει να εφαρμοστεί από τα κράτη μέλη μέχρι τον Ιούνιο του 2026.
Η νέα ευρωπαϊκή νομοθεσία στοχεύει στη γεφύρωση του μισθολογικού χάσματος μεταξύ των φύλων – ενός φαινομένου που παραμένει ανθεκτικό στο χρόνο. Παρά τις δεκαετίες πολιτικών για την ισότητα, οι γυναίκες στην ΕΕ εξακολουθούν να αμείβονται κατά μέσο όρο 13% λιγότερο από τους άνδρες (στοιχεία 2020), γεγονός που επηρεάζει όχι μόνο το εισόδημά τους, αλλά και τη μακροπρόθεσμη οικονομική τους ασφάλεια. Το συνταξιοδοτικό χάσμα, σύμφωνα με στοιχεία του 2018, φτάνει στο 30%.
Η πανδημία COVID-19 ήρθε να επιδεινώσει την ήδη άνιση κατάσταση, αποκαλύπτοντας τις διαρθρωτικές αδυναμίες στην αγορά εργασίας. Οι γυναίκες, όπως αναγνωρίζει η ΕΕ, επωμίστηκαν δυσανάλογα τις ευθύνες φροντίδας, γεγονός που ενίσχυσε τις ανισότητες. Στο πλαίσιο αυτό, η μισθολογική διαφάνεια θεωρείται πλέον καθοριστικό εργαλείο για τη διόρθωση της ανισορροπίας.
Τι προβλέπει η νέα οδηγία
Η οδηγία εισάγει ένα πλέγμα δεσμευτικών μέτρων που αλλάζουν ριζικά τον τρόπο με τον οποίο οι εργοδότες χειρίζονται τις πληροφορίες για τους μισθούς. Οι εταιρείες υποχρεώνονται να παρέχουν σαφείς πληροφορίες για τον αρχικό μισθό ή το μισθολογικό εύρος κάθε θέσης εργασίας, ήδη από την προκήρυξη ή τουλάχιστον πριν τη συνέντευξη. Παράλληλα, οι εργοδότες δεν θα επιτρέπεται να ζητούν από τους υποψηφίους πληροφορίες για το μισθολογικό τους ιστορικό — μια πρακτική που συχνά συντηρούσε τις διαφορές αμοιβών.
Οι εργαζόμενοι θα αποκτούν το δικαίωμα να ζητούν αναλυτικά στοιχεία για τα μέσα επίπεδα αμοιβής ανά φύλο, για κατηγορίες εργαζομένων που εκτελούν όμοια εργασία. Τα κριτήρια καθορισμού της αμοιβής και της επαγγελματικής εξέλιξης θα πρέπει να είναι πλέον αντικειμενικά και ουδέτερα ως προς το φύλο.
Υποχρέωση λογοδοσίας για τις επιχειρήσεις
Ιδιαίτερο βάρος δίνεται στην υποχρέωση υποβολής στοιχείων: οι εταιρείες με πάνω από 250 εργαζομένους θα πρέπει να καταθέτουν κάθε χρόνο στοιχεία για το μισθολογικό χάσμα μεταξύ των φύλων, ενώ οι μικρότερες επιχειρήσεις θα το κάνουν ανά τριετία. Αν διαπιστωθεί χάσμα άνω του 5%, που δεν μπορεί να δικαιολογηθεί από αντικειμενικά κριτήρια, οι επιχειρήσεις θα υποχρεώνονται να προχωρήσουν σε κοινή αξιολόγηση των αμοιβών μαζί με τους εκπροσώπους των εργαζομένων.
Η οδηγία προβλέπει ακόμη αποζημίωση για τα θύματα μισθολογικών διακρίσεων και πρόστιμα για όσους εργοδότες παραβιάζουν τους κανόνες. Σημαντική τομή αποτελεί η αντιστροφή του βάρους απόδειξης: πλέον, σε περίπτωση διαφοράς, ο εργοδότης και όχι ο εργαζόμενος θα πρέπει να αποδείξει ότι δεν υπήρξε διάκριση.
Πιο διευρυμένη προστασία
Για πρώτη φορά, οι νέοι κανόνες λαμβάνουν υπόψη τις διατομεακές διακρίσεις, δηλαδή περιπτώσεις όπου συνδυάζονται πολλαπλές μορφές ανισότητας — όπως φύλο, εθνική καταγωγή, σεξουαλικός προσανατολισμός ή αναπηρία. Έτσι, το πλαίσιο γίνεται πιο περιεκτικό και ανταποκρίνεται στις σύνθετες πραγματικότητες που βιώνουν πολλοί εργαζόμενοι.
Από τη θεωρία στην πράξη
Παρότι η αρχή της ίσης αμοιβής κατοχυρώνεται ήδη στο άρθρο 157 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της ΕΕ και στην οδηγία 2006/54/ΕΚ, η εφαρμογή της υπήρξε μέχρι σήμερα ελλιπής. Οι μισθολογικές διακρίσεις συχνά παρέμεναν αόρατες λόγω της έλλειψης διαφάνειας, αποτρέποντας τα θύματα από το να προσφύγουν δικαστικά. Με το νέο πλαίσιο, η ΕΕ φιλοδοξεί να αλλάξει αυτή την πραγματικότητα.
Η στρατηγική για την ισότητα των φύλων 2020–2025 είχε ήδη θέσει τη μισθολογική διαφάνεια ως κορυφαία προτεραιότητα. Η πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής το 2021 ήρθε ως απάντηση στις επανειλημμένες εκκλήσεις των κρατών-μελών και των κοινωνικών εταίρων για πιο αυστηρή δράση.
Προς μια πιο δίκαιη αγορά εργασίας
Η νέα οδηγία αναμένεται να ενισχύσει ουσιαστικά τη θέση των εργαζομένων και να πιέσει τις επιχειρήσεις να επανεξετάσουν τις πολιτικές αμοιβών τους. Η διαφάνεια δεν αποτελεί μόνο εργαλείο ελέγχου, αλλά και κίνητρο για δίκαιες πρακτικές που προάγουν την εμπιστοσύνη και την ισότητα.
Όπως σημειώνουν ευρωπαϊκοί αξιωματούχοι, η μισθολογική διαφάνεια δεν είναι απλώς θέμα δικαιοσύνης — είναι και ζήτημα κοινωνικής προόδου και οικονομικής αποδοτικότητας. Γιατί, σε μια Ευρώπη που επιδιώκει βιώσιμη ανάπτυξη, η ισότητα αμοιβών δεν είναι πλέον επιλογή, αλλά υποχρέωση.

